Όλα ξεκίνησαν από μία κάμαρα κοντά
τότε που έλιωνε ένα κερί ακόμη και τ' απόβραδο
κι έμενε όνειρο που δεν έλεγε να φέξει.
Πεταμένα στα ανθισμένα σεντόνια. Η αρχή.
Μέχρι και οι τοίχοι βλάσταιναν τον ίσκιο τους
στόματα πίνοντας υγρά σε αιματηρό μεθύσι.
Τρεμόσβηνα σ' ένα χλωρό αγκάλιασμα φωτός
Χρόνος δασύς - ω! πένα μάταιων επιθέτων.
Η αντίληψη της άνοιξης στην πόρτα μία
πτώση πάνω τους, παραπατώντας μάκρυναν
που τα 'δα στο φευγιό τους καθαρά, αχ! τα φιλιά,
τι γλύκα αγέρι αντίο με αυτά σαν πολεμάς!
Άλλα το τραύμα στην περπατησιά τους στάλαζαν
κι άλλα με ρούφαγαν μες στην πληγή βαθιά τους
Το δίχως άλλο χρειάζονταν φροντίδα περισσή.
Μα εγώ δεν ήμουνα το χέρι αυτό - ήμουν το άλλο
στο άλλο χέρι αντίκρυ το λευκό
17 Ιαν 2009
Tα φιλιά
Αναρτήθηκε από vel... στις 1:04 π.μ.